Σάββατο 14 Μαρτίου 2009




THE INTERNATIONAL

του σκηνοθέτη Τομ Τίκβερ

Με τους Κλάιβ Όουεν, Ναόμι Γουάτς, Άρμιν Μίλερ-Σταλ
Το κείμενο είναι του Άγγελου Κότσαρη
Η καταπληκτική αυτή ταινία του σκηνοθέτη Τομ Τίκβερ, για μένα τον πρωτόβγαλτο γηραλέο κύριο, που κατά τα άλλα καλό θα ήταν να κάθονταν στο σπίτι του, ή μάλλον στ’ αυγά του, αποτέλεσε αιτία να νοιαστώ και να πάρω νωρίτερα τουs β blogers μου μέσα στο σινεμά. Επίσπευσα την λήψη φαρμάκων μου στο σινεμά, όχι γιατί η αδρεναλίνη μου ανέβηκε στα ύψη, μέσα στο μουσείο Guggenheim, ούτε καν για τα πολλά αίματα, που πολύ συχνά κυλούσαν σαν το ποτάμι από στομάχια θώρακες και κεφάλια. Το κλιμακωτό άγχος μου και ο κλιμακωτός προβληματισμός μου, που επίσης κλιμακωτά συνεχώς έβαζαν σε κίνδυνο τον διψασμένο ολοένα και για περισσότερο αίμα καρδιακό μου μυ, δεν ήταν η σκηνοθεσία, η οποία μάλιστα σε γενικές γραμμές στην πραγμάτωση της αληθοφάνειας της, δεν διαφέρει πλέον από φυσικές περίπου ανάλογες σκηνές βίας,
που τώρα τελευταία βλέπουμε και στην Αθήνα, και που λίγο πολύ σαν έξεις αρχίζουμε, όπως και με όλα τα καλά του παγκοσμοποιημένου πολιτισμού μας, να τις συνηθίζουμε και μάλιστα να μην μας φθάνουν. Την ξεχαρβάλωτη καρδιά μου δεν την τάραξαν οι ερμηνείες των ηθοποιών– δεν ήταν καν αυτοί, που κατά την γνώμη μου μέσα σε τέτοιο ορυμαγδό ψυχικών συγκρούσεων δεν έκαναν ότι έπρεπε να κάνουν, και δεν έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό – κι εδώ, με εξαίρεση, ας σημειωθούν οι ερμηνευτικές ικανότητες του Άρμιν Μίλερ-Σταλ που αληθινά υπερέχουν. Armin_mueller-stahl
Εκείνο που πραγματικά, σαν τα ψηλά τα γράμματα στα τραπεζικά συμφωνητικά, με έκανε να δεινοπαθώ, και να αισθάνομαι έντονη την αίσθηση της προαναγγελλόμενης στηθάγχης μου, ήταν ο λόγος του σεναρίου, που πίσω, πίσω και με δυσκολία, χωρίς να υποκρύπτεται, ζητάει τα ρέστα τώρα των περίκλειστων, εντός της οικίας μου, σκέψεων μου, κυρίως στο ότι δήθεν ο έλεγχος των χρεών και οι γκρεμισμένες γέφυρες με οδηγούν, πριν απ’ την ώρα μου, στην παράπλευρη απώλεια της αισιόδοξης συνείδησης μου, μια και αδύνατος κι όχι αδίστακτος, βρίσκομαι έτσι κι αλλιώς στο έλεος της διαφθοράς του καπιταλιστικού συστήματος, και των διεφθαρμένων αφεντικών του στο σύνολό τους, ως επίσης κι όλων των ρεταλιών του, των άλλων των υπόλοιπων, που κι αν δεν το υπηρετούν, το χειρότερο κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν, ενώ την ίδια ώρα, σκύβοντας το κεφάλι, πίσω από τις ύαινες κι οι ίδιοι ίδια καιροφυλακτούν με το ευτελές το πάθος τους, λιγούρηδες, να ροκανίσουν όποιο σκουπίδι κόκαλου περισσεύει απ’ τ’ αφεντικά του.
Η κρίση αν και τεχνητή έτσι κι αλλιώς κατέφθασε. Κι όπως και κάθε κρίση δεν έχει μόνο τα κακά, έχει και τα καλά της. Την κατρακύλα των Ρωμαίων, μπορεί με καθυστέρηση αιώνων, όμως την διαδέχτηκε η Αναγέννηση και ο αιώνας του Διαφωτισμού.
Πάντως όπως κι αν έχει, χωρίς να είμαι ούτε υπερφίαλα αισιόδοξος μα ούτε και μωρά το ίδιο απαισιόδοξος, δεν πιστεύω ότι η κρίση θα βάλει φραγμό στους πολέμους στη Νιβηρία!, στη μέση Ανατολή και αλλού. Δεν πιστεύω ότι η κρίση θα βάλει φραγμό στην μη απόδοση αληθινής δικαιοσύνης. Δεν πιστεύω ότι η κρίση θα φέρει τον Κινηματογράφο πιο κοντά στην αντικειμενική αλήθεια. Για όλα χρειάζεται πιστεύω αγώνας μόνο με περισσότερη γνώση και καλύτερη παιδεία. Έτσι κι αλλιώς δεν πιστεύω ότι η κρίση αφορά τους λαούς, μια και αυτοί έτσι κι αλλιώς προς το παρόν θα ‘ναι ακόμη οι χαμένοι. Πιστεύω όμως στους λαούς και ξέρω πως Ιστορικά, αν και σιγά, σιγά και λίγο, λίγο στους αιώνες, όλοι μαζί αλλάζουνε, κι όχι με υπερήρωες του τύπου ή του ψυχισμού του Σάλιντζερ ή του τύπου και του φιλότιμου μαφιόζων, όταν το θέλουνε την Ιστορία.
Για τα ψηλά τα γράμματα της ταινίας και ιδιαίτερα για νέους, που η σκέψη τους άρχισε να καλπάζει προς τον σωστό το δρόμο, αξίζει η ταινία να την δουν. Έτσι και τα δικά τους χρήσιμα τα συμπεράσματα θα βγάλουν, και θέση ανάλογη θα πάρουν, σαν χρειαστεί να ‘ρθουνε αντιμέτωποι με ψευδεπίγραφα, και ανιστόρητα εντελώς, τετελεσμένα πεπρωμένα!

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009


Αναχωρήσεις
Η πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη κριτική του κου Παπαμίχου στο site my films, για την ταινία «Αναχωρήσεις» του Ιάπωνα σκηνοθέτη Γιοτζίρο Τακίτα, δεν αφήνει περιθώρια για καμία άλλη προσπάθεια προσεγγίσεως του εξαίσιου ετούτου ποιήματος.
Η ταινία πραγματικά είναι ένα ποίημα ανθρωπιάς και έρωτα, που ο διάσημος σκηνοθέτης με χρυσοκλωστή υφαίνει απ’ την αρχή ως το τέλος της προβολής, μέσα από ένα βαθυστόχαστο, απλό σενάριο, επάνω στον παραδεισένιο καμβά της οθόνης, ανάμεσα γης κι ουρανού, λέξη με την λέξη και σκηνή με τη σκηνή.
Χωρίς οι θεατές να χρειάζεται να ξοδευτούν σε κουραστικές φόρμες κατανόησης, μια και με τρόπο απλό το ένα απρόσμενο γεγονός διαδέχεται το άλλο, ξετυλίγεται ήρεμα επάνω στην οθόνη μια σοβαρή πλοκή με χιούμορ, σαρκασμό αλλά και με αρχές ανθρώπινης συνέπειας, και στάσεις ανθρώπων με βαθύτερη κατανόηση, των παθών της ζωής τους και της αγωνία τους για την επικείμενη τελική αναχώρησης τους.
Σαν ποίημα, το θέμα, οι ηθοποιοί, τα εικαστικά ταμπλό η μουσική, η ήρεμη η δράση, όλα μαζί ανάλαφρα πετώντας πάνω σε κάτασπρες φτερούγες πανέμορφων ερωδιών ισορροπούν στο άπειρο μέσα απ’ τον έρωτα για τη ζωή˙ κρατώντας άπνοο τον θεατή ν’ ακροβατεί κι αυτός πολύ κοντά στο όνειρο και μακριά απ’ τον εφιάλτη˙ όχι τόσο κατανοώντας αλλά νοιώθοντας την αισιοδοξία που υπάρχει εν τέλει στην ζωή, μα ακόμη και στον θάνατο, αλλά ιδιαίτερα κυρίως εκεί, μακριά στο χρόνο, στο αμφίδρομο το πέρασμα, που ο αγώνας ο ανθρώπινος για το καλύτερο και κυρίως για αξιοπρέπεια κτίζει ανάμεσά τους.
Άγγελος Κότσαρης

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2009

ΣΚΛΑΒΟΙ ΣΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΟΥΣ


Η ιστορία της ταινίας σκλάβοι στα δεσμά τους, που σκηνοθέτησε ο άξιος επτανήσιος σκηνοθέτης Τώνης Λυκουρέσης, στηριζόμενη στο γνωστό μυθιστόρημα του σπουδαίου Κερκυραίου συγγραφέα Κωνσταντίνου Θεοτόκη, πρέπει να αποτέλεσε, για τον πρώτο, πάθος πατριωτικό αλλά και σύγχρονα τεράστιο ιδεολογικό και πολιτικό πειρασμό. Πιστεύω επίσης ότι ο ίδιος θα πρέπει να βρέθηκε κάτω από τεράστιο Ιστορικό δίλλημα, αλλά και την ανάγκη συνέπειας στην δυσβάστακτη ευθύνη για την μεταφορά της ιστορίας «των σκλάβων στα δεσμά τους» στον κινηματογράφο.
Πραγματικά, εδώ, δεν μιλάμε για όποια κι όποια Ιστορία. Δεν μιλάμε για Ιστορία, που η καθημερινότητα νωθρή και αδιάφορη, σαν της δικής μας εποχής, πνίγεται μες στα τέλματά της. Η Ιστορία για την οποία μιλάμε εκτυλίσσεται στα χρόνια που ο σπόρος της Επανάστασης, πρώτη φορά μετά τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς, φύτρωσε και στον τόπο μας˙ και μάλιστα στα Ιόνια νησιά.
Στα Ιόνια νησιά˙ που αφού περάσαν σαν κατακτητές και έφυγαν πρώτα οι Ενετοί˙ μ’ ότι ελάχιστο καλό, μα περισσότερο μ’ ότι κακό πίσω τους άφησαν ετούτοι˙ έφθασαν πιο δριμύτεροι και πλέον πιο καταπιεστικοί οι Γάλλοι στρατοκράτες.
Με πονηριά ετούτοι οι τελευταίοι διέδωσαν σαν δόλωμα, μα όχι σαν δικαίωμα, στους απ’ τα χρόνια της Ενετοκρατίας καταπιεσμένους νησιώτες, όλες εκείνες τις ιδέες, τις δήθεν περί ισότητας κ.λπ. κ.λπ. της Γαλλικής δικής τους Επανάστασης!
Ιδέες βέβαια˙ που έστω κι αν και στα κρυφά, κατά τον Θεοτόκη, τις ενστερνίστηκαν πρώτοι, απ’ τους άλλους Έλληνες, βασανισμένοι οι νησιώτες˙ εν τούτοις λουφαγμένοι, μια κι όλα πάντα τότε τα φόβιζε η σκλαβιά, στα γρήγορα δεν το μπορέσανε και να τις κάνουν πράξη.
Παρ’ όλα αυτά Ιδέες˙ που εν τούτοις λίγο το λίγο αργότερα θα ‘βρισκαν γόνιμο και καρπερό το έδαφος να αναπτυχτούν˙ και θα ‘διναν φτερά και ενθουσιασμό σ’ όλους του Έλληνες, μα πλέον και στα φανερά, για να παλέψουν, όπως οι γιακωβίνοι κι οι ξακουστοί οι καρμπονάροι, και ν’ ανατρέψουν την άθλια εκμετάλλευση, που επί ολόκληρους αιώνες υφίσταντο από τους ξένους και τους υποτελείς, διορισμένους απ’ αυτούς, ντόπιους κατακτητές τους.
Οι σκλάβοι βέβαια στα δεσμά τους δεν είναι ο λαός. Αυτό και για τον ευφυή συγγραφέα θα αποτελούσε θέση πασίγνωστης κοινοτυπίας. Οι σκλάβοι στα δεσμά τους είναι απ’ την άλλη τη μεριά. Είναι οι άρχοντες, και μάλιστα οι εκφυλισμένοι απ’ αυτούς, μαζί με τη κατάρα της Ύβρης της Ιστορικής, που χρόνο με το χρόνο, και πάθος με το πάθος τους, κυρίως με τις αδικίες, την απληστία, την σπατάλη και την αλαζονεία τους, Μοιραία και Αέναη η Απόδοση Θεϊκής ( Διάβαζε Ανθρώπινης) Δικαιοσύνης, σκάβει κάτω απ’ τα πόδια τους, σε χάος απροσμέτρητο τους λάκκους τους, μέχρι που μέσα σε αυτούς ολότελα, σαν Τραγωδίας κάθαρση του ανθρώπινου του γένους, στα τάρταρα να τους γκρεμίσει.
Εδώ έχει αξία πράγματι η σκηνοθετική μαεστρία του Τώνη Λυκουρέση στη μεταφορά της ιστορίας, των σκλάβων στα δεσμά τους, του Θεοτόκη, στο κινηματογράφο. Αν και δύσκολο έργο η σκηνοθετική μεταφορά, εν τούτοις τελικά η Ιστορία αποδόθηκε άριστα, από τον Λυκουρέση, με σεβασμό προς στον σοφό λόγο, του συμπατριώτη του επτανήσιου Συγγραφέα, και με την επί πλέον αξιόλογη βοήθεια, πέραν της σκηνογραφικής του δεινότητας, ενός υπέροχου σεναρίου.
Η εποχή αναστήθηκε σκηνογραφικά και ενδυματολογικά. Και το νόημα του συγγραφέα ήρθε και κόλλησε, ένα αιώνα μετά, στη συνείδηση όλων μας. Ήρθε και κόλλησε˙ επί δικαίων, δίνοντας μάθημα λύτρωσης κι ελπίδας˙ και επί αδίκων, δίνοντας τελεσίδικα την πανανθρώπινη κατακραυγή, όπως αυτή, που ίσως και σήμερα την παίρνουν,επί ματαίω βέβαια, όλοι οι άφρονες της Κρίσης, που όμως πάντα οι ίδιοι και την δημιουργούν κι έχουν και την ευθύνη της χωρίς ποτέ ως τώρα, πάντα αμετανόητοι, να την πληρώνουν όπως στ' αλήθεια τους αξίζει.
Βέβαια, πόσων τα πορτραίτα, απ’ αυτούς τους τελευταίους, δεν θα ‘χαν ξεσκιστεί σαν άχρηστα και περιττά μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αν πάνω σ’ όλα αυτά δεν είχε μπει πονετική η Ανθρώπινη υπογραφή του Καλλιτέχνη˙ και πόσα ονόματα απ’ αυτούς, δεν θα ‘τανε τελείως στις μνήμες ξεχασμένα, αν στα νεκροταφεία κεκονιαμένοι τάφοι δεν είχαν λαξευτεί απ’ το Ανθρώπινο μεράκι, στην αναζήτηση, μέσα από Ανθρώπινο αγώνα στην Τέχνη, του ωραίου και του καλού!
Και βέβαια επίσης αξίζει ιδιαίτερα και να σημειωθεί εδώ, πως έστω και αν ακόμη ο οίκτος περισσεύει, στον καλλιτέχνη Σκηνοθέτη, βλέποντας ο ίδιος πιο βαθειά την ανθρώπινη μοίρα, για αυτούς που η πτώση τους Ιστορικά είναι όπως φαίνεται Μοιραία, η Ιστορία η ίδια, τελείως ανεξάρτητη, μ’ ένα Γιατί στο τέλος, δεν φθάνει να τους λυπηθεί. Κι ίσως επίσης η Ιστορική αντίφαση αυτή να ξεπερνιόντανε πιο ομαλά, κυρίως πιό δικαίως, αν βέβαια η νοσταλγία εν αντιθέσει με τα μύρια κακά που πέρασαν οι επτανήσιοι κι απ’ τους Ενετούς, κι Απ’ τους Γάλλους, κι απ’ τους Ρώσους, κι απ’ τους Άγγλους αργότερα, δεν τα ‘χε εξωραΐσει, στη σημερινή μνήμη μας, ο χλιδάτος πολιτισμός των αστών εκείνης της εποχής, που όπως και να το κάνουμε εξπρεσιονιστικά!, για τους αδύνατους εμάς, τους αδαείς ανθρώπους ήταν και είναι πράγματι σαν μαντολάτο πειρασμός.
Εν πάσει περιπτώσει κι όπως και να ‘χει η αλήθεια, τα ανθρώπινα μηνύματα του σκηνοθέτη έτσι κι αλλιώς περνούν˙ και η Ιστορία αυτό το καταγράφει˙ κι έτσι πορεύεται και μας πορεύει, όσο η Μοίρα μας, μας οδηγεί. Η Μόσχα του Τσέχωφ είναι μπροστά μας! Το πότε θα την φθάσουμε, δεν είναι υπόθεση της μοίρας. Είναι υπόθεση, μιας άλλης θέσεως, δική μας!
Ταινία σπουδαία και αν «και γνήσια Τραγική» με το θέμα της, το σενάριο της και την φωτογραφική ομορφιά της πόλης της Κερκύρας, δικαίως πρέπει και πιστεύω πως θα να σπάσει τα ταμεία˙ και εδώ και στο εξωτερικό! Τα Ευρωπαϊκά κουστούμια εποχής της Μπιάνκα Νικολαρεΐζη ήταν καταπληκτικά.
Από τους ηθοποιούς ο Γιάννης Φέρτης, η Δήμητρα Ματσούκα και η Ρηνιώ Κυριαζή (Ευλαλία Οφιομάχου) παρουσίασαν καταπληκτικές στιγμές ερμηνείας. Εξάλλου όλοι οι υπόλοιποι γυναικείοι και ανδρικοί ρόλοι ερμηνεύτηκαν το ίδιο καλά από τις ηθοποιούς και τους άνδρες συναδέλφους τους. Η ιδιόμορφη ερμηνευτική σκηνική παρουσία του κου Άκη Σακελλαρίου, στο ρόλο του αδίσταχτου γιατρού, αν και μεταχρονισμένα, αρκετά πειστική. Οι γιατροί παλαιότερα, τέρατα ιερά ακόμη, κι αν δεν κατέχονταν από αισθήματα ανθρωπιάς, ήξεραν δίχως νευρικότητα, έστω και με σοβαροφάνεια να μην το δείχνουν αυτό ποτέ.
Προσωπικά θαύμασα σταθερά, καθ’ όλη την σκηνική τους παρουσία˙ τις ερμηνείες του μεγάλου γιού του κόντε, Γιώργη, Χρήστου Λούλη, όπως και του αλησμόνητου ηθοποιού Κωνσταντίνου Παπαχρόνη στο ρόλο του Άγη˙ ως επίσης και την, αν και λίγη σε χρόνο, αλλά έντονη σε ποιότητα ερμηνευτική ικανότητα της Ελένης Κοκκίδου, (στο ρόλο της μαιτρέσας του Αλέξανδρου Οφιομάχου).
Τέλος στο τελικό αποτέλεσμα της ταινίας άπειρα συγχαρητήρια αξίζουν στον παραγωγό Νικόλαο Σέκερη, για την υπομονή του και την με πραγματική αγάπη απλοχεριά του στο γύρισμα μιας τόσο σπουδαίας και δαπανηρής, αλλά χρήσιμης για το κινηματογραφόφιλο κόσμο ταινίας!

Άγγελος Κότσαρης