Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ





Το κείμενο είναι του Άγγελου Κότσαρη

Μεσολόγγι 1947 -1959- Κινηματογράφος Πάλμιον. Η φωτογραφία προσεφέρθηκε από τον φίλο Μιχάλη Ντίνια, έχει τραβηχτεί από τον εξαίρετο και διαπρεπή συμπολίτη μας τον Κώστα Λάσκαρη, εξάδελφο του Μιχάλη.
Από τα αριστερά άγγελος κότσαρης, Ντόντος Ντίνιας, ακακία Κορδώση, Μαρίτσα Λιακατά, στο Ζυγό.
Χρόνια ανάμεσα από τα χρώματα του παγωνιού και τις οιμωγές του εμφυλίου. Δυτικοφερμένο όνειρο από τη μια κι από την άλλη Δυτικοκίνητος εφιάλτης. Αυτά τα λίγα σαν προοίμιο και σαν μνημόσυνο όλων εκείνων τότε που έζησαν όχι το όνειρο, αλλά τον εφιάλτη. Έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε εντελώς.Απ’ την πλευρά του όνειρου, - την μυθική Ιθάκη,- ξεκίνησε τότε ο πλάνος κινηματογραφικός επιχειρηματίας, ο Κωνσταντίνος Πάλμιος, γύρευε με ποιο πρόσχημα ο χριστιανός, και φθάνοντας στη πόλη μας βάλθηκε με τα κόλπα του τα μαγικά να μας αποπλανέψει. Άνθρωπος λιγομίλητος, εσωστρεφής, χωρίς πολλές συνάφειες με τους ντόπιους, δεν δημιούργησε πολλές φιλίες και συναναστροφές, συνήθως λίγο πολύ ανούσιες. Καλός οικογενειάρχης αλλά καλύτερος κτίστης ονείρων και γιατρός πολλών καημών και πόνων συνεχών, που ακόμη τότε ζωντανή κι ανέκαθεν πικρή η Λιμνοθάλασσά μας, το ‘χε από αιώνων βίτσιο, πάππου προς πάππου ας πούμε, μ’ αυτούς να μας ποτίζει.Από τον φιλοσοφημένο στην απλοϊκότητα του ζείν κτηματία Ντόντο Ντίνια, Ο Πάλμιος νοίκιασε το νεοκλασικό, μπερδεμένο με διακοσμητικά στοιχεία αρτ ντεκώ, ακίνητό του επί της κεντρικής πλατείας Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι και μέσα εκεί απλώνοντας τα δίκτυα του τα μαγικά άρχισε λίγο το λίγο στο καιρό κι όλο και περισσότερο, λυτρωτικά απ' τους καημούς της καθημερηνότητας, να μας αιχμαλωτίζει. Πανέξυπνος ο Πάλμιος με αναπτυγμένη αισθητικά την έννοια της ποιότητας σε κάθε προβολή με τις ταχυδακτυλουργικά εκλεκτικές επιλογές του, σε σπουδαία φιλμς, μας έφερνε σε έκσταση ηδονική κι ελπιδοφόρα. Αληθινά η σχέση θεατών με τον τότε Κινηματογράφο ήταν στην κυριολεξία Ερωτική. Κι ήταν συνέχεια εφευριτικός και ψυχολόγος άριστος, στην αγορά ψυχών, ο αφιλότιμος ετούτος ο επιχειρηματίας. Κι έφθασε μάλιστα κάποια στιγμή, με τη προβολή της ξένης ταινίας «Σ’ έχω πάντα στην καρδιά μου» να μας στείλει ταχυδρομικώς, με ωραίους φακέλλους στα σπίτια μας, τις για πρώτη φορά στον τόπο μας κυκλοφορούσες τότε χαρτοπετσέτες, προκειμένου στην προβολή να σκουπίζουμε τα δάκρυα μας. Σπουδαίος και πρωτοπόρος κινηματογραφικός επιχειρηματίας ο Κωνσταντίνος Πάλμιος. Κυρίως, διαλέγοντας ότι καλύτερο από τους διανομείς των προπολεμικών αλλά αργότερα και των μεταπολεμικών ταινιών κατόρθωσε να μας κάνει να ξεχνάμε την αγωνία των καιρών και των καιρών τους πόνους. Κατόρθωσε στα δύσκολα εκείνα χρόνια να μας κάνει να νοιώσουμε ότι το όνειρο κι όχι ο εφιάλτης είναι παντοτινό.

Μνήμες από τον Κινηματογράφο Πάλμιον
Η αίθουσα προβολής του κινηματογράφου Πάλμιον ήταν αρκετά μεγάλη και όταν παίζονταν καλή ταινία και γέμιζε από κόσμο θα πρέπει να χωρούσε πάνω από 150 άτομα. Παρόλη την οικονομική δυσκολία της εποχής η αίθουσα προβολής ήταν άνετη, καθαρή και δεν διέφερε σε πολυτέλεια όπως αργότερα διαπίστωσα από τους άλλους κινηματογράφους της Πρωτεύουσας. Αν δεν με απατά η μνήμη μου, από την αρχή του ο κινηματογράφος, για καθίσματα, χρησιμοποιούσε τις αναπαυτικές για τον καιρό εκείνο πάνινες πολυθρόνες τύπου «πλιάν». Το δάπεδο του κινηματογράφου ήταν σκεπασμένο με πλακάκια άσπρα με μαύρους μαιάνδρους. Ανάμεσα από τις κάθετες τρεις σειρές καθισμάτων, πριν την έναρξη της προβολής και στο διάλειμμα που ερχόνταν, -περίπου στα μισά του έργου,- περνούσε πρόσχαρος, καλαμπουρτζής, ο Γιάννης, ο επονομαζόμενος ο τσακατσούκας, έφηβος τότε ακόμη, που για το μεροκάματο πουλούσε, μες σε χωνάκια από χαρτί, συνήθως από εφημερίδα,- ζεστά στραγάλια, πασατέμπο, φιστίκια, και τ' απλησίαστα λόγω ακρίβειας εκείνα τα λαχταριστά ξεροψημένα μύγδαλα, ενώ την ίδια ώρα απ' το μεγάφωνο, μες την πλατεία, ακούγονταν σπαραξικάρδια της εποχής ερωτικά τραγούδια που έπαιζε διακριτικά μα συνεχώς κάποιος φωνόγραφος πίσω στο καμαράκι προβολής. Πόσα Τραγούδια τότε, ομαδικά δεν τ' άκουγαν τα παιδικά αυτιά, και πόσα απ' αυτά, παροχημένοι σήμερα οι νοσταλγοί της εποχής εκείνης, μεσα στη μοναξιά τους δεν τα ακούνε νοερά μονάχοι τους τα βράδια!...Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη. Ρένα βλαχοπούλου.......Αντιός μαριγκίτα Λίντα... Τζίμης Μακούλης.....Μα γιατί..Μα γιατί.. Νίκος Γούναρης...Η Παπαρούνα...-Αττίκ-..Δανάη.......Το τραγούδι του Μωριά...Σοφία Βέμπο.......Άλλος σ' αγάπησε κι άλλος σε παίρνει... Μ. Χατζοπούλου...Χωριάτα...1941...Σοφία Βέμπο......Μ' αρέσεις..
Φώτης Πολυμέρης..Άννα Καλουτά.......Δυό πράσινα μάτια..Πάολα......Γύρνα πάλι αγάπη μου.. Νίκος Γούναρης......Νινή Ζαχά...Μαρούδας......Δίχος κρασί, δίχος ποτό...Μάγια Μελάγια......Εγώ θα κόψω το κρασί...Τόνης Μαρούδας.......Κάθε λιμάνι και καυμός.. Μάγια Μελάγια....Ένας φίλος ήρθ' απόψε..Σώτος Παναγόπουλος.. ...Παποράκι του Ντορνόβα...Καλατζής......Μοναξιά.... Κάκια Μένδρη.....Μαραμένα τα Γιούλια κι οι Βιόλες...Δανάη... ...Μες στη Μπαλαλαϊκα... Κούλα Νικολαϊδου.....Μου φερες την άνοιξη...Κάκια Μενδρή......Η Σουσουράδα...Νίκος Γούναρης... ...Πόσα και πόσα άλλα απλά τραγούδια ερωτικά...Αλλά επειδή η νοσταλγία τραγουδιστά απόψε μ' έβγαλε κι έφυγα απ' το θέμα, μετά την αίθουσα κινηματογράφου και το προφίλ του Κωνσταντίνου Πάλμιου καιρός είναι να δώσω το ελεύθερο στην ανυπόμονη μνήμη για να φέρει στην επιφάνεια του νου όλες εκείνες τις κινούμενες, τις μαγικές εικόνες, που ζωντανές σ' ονειρικό ασπρόμαυρο καμβά ξετυλίγονταν σαν παραμύθι στην τεράστια οθόνη της αίθουσας προβολής του κινηματογράφου Πάλμιον. Οι μνήμες από την κινηματογραφική εμπειρία μου μπορεί να διαιρεθούν σε τρείς κυρίως ηλικιακές εποχές. Στην μνήμη της εποχής των παιδικών χρόνων μου, την καθαρά αγνή και ενθουσιώδη. Στην εποχή της μνήμης των εφηβικών χρόνων μου, την αντιδραστική με την έννοια της έναρξης της γενικότερης αμφισβήτησης, και στην εποχή, την μετέπειτα της ενηλικίωσης μου, την καθαρά κριτική, που στην συνέχεια κι αυτή έφθασε να μπορεί, στα γεράματα τώρα, ακόμη και να καταφεύγει και στην απόρριψη. Θέλω να πω προσωπικά ότι για την Ελλάδα μεταξύ των χρόνων 1947 ( ίσως και μια τριακονταετία πρωτύτερα) διαρκώς, έκτοτε μέχρι και σήμερα, ο Κινηματογράφος παντού στο κόσμο έγραφε έστω και πειραματικά συνεχώς Ιστορία. Είναι αλήθεια στο τόπο μας ότι, αν εξαιρέσουμε κάποιους πειραματισμούς στην κινηματογραφία μεταξύ του 1906 και μέχρι τον βο παγκόσμιο πόλεμο, ο ρυθμός καταγραφής ήταν αριθμητικά περιορισμένος. Μέχρι το 1940 είχαν γυριστεί 35 περίπου ταινίες, με πρώτη τους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες στην Ελλάδα. Δύο απ' αυτές, όπως το Δάφνις και Χλόη του σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκου και



Μαρία Πενταγιώτισσα

το Μαρία Πενταγιώτισσα του Αχιλλέα Μαδρά, τις παρακολούθησα μεγάλος πια σε αποσπάσματα από την τηλεόραση. Ιδιαίτερα, παρακολουθώντας την δεύτερη, κυνικά δεν μπόρεσα να κρατηθώ από τα γέλια, την ώρα ακριβώς που το ερωτικό δράμα, τόσο υπερτονισμένο, ξεπέρναγε κάθε προηγούμενο του γκροτέσκο μελό όλων των εποχών και όλων των ειδών. Επίσης το ερωτικό δράμα του Ορέστη Λάσκου, Η ωραία του Πέραν αργότερα, που αντιθέτως παρακολούθησα περίπου 12 χρονών παιδί στο θερινό Κινηματογράφο του Πάλμιου, απέναντι από το σπίτι του γιατρού Κανδυλιώτη και του γιατρού Μιχαλόπουλου, με κούρντισε τόσο με την γλυκανάλατη πλοκή του που γελώντας στην πιο κρίσιμη δραματική σκηνή της Ερμιόνης και του Αιμίλιου παρέσυρα και έκανα όλους τους θεατές να κατουρηθούν κι ίδιοι, όπως σίγουρα τους είχα προλάβει εγώ, από τα γέλια. Καινούργια και δύσκολη για τα χρόνια εκείνα η Τέχνη των δημιουργών του κινηματογράφου. Είναι αλήθεια πιστεύω ότι απ' την αρχή έγιναν προσπάθειες απ' αυτούς και μάλιστα όπως πάντα από γνήσιο κυρίως Ελληνικό φιλότιμο. Πάντως επίσης πιστεύω - και τότε δικαιολογημένα !- χωρίς την βοήθεια της Γνώσης. Η πολιτικοκοινωνική εξάλλου Ιστορία μας των προαναφερόμενων χρόνων ( Τρεις μεγάλοι πόλεμοι, καταχρεωμένη οικονομία, ο αναλφαβητισμός, δικτατορίες, εμφύλιος κι άλλες συναφείς κατάρες) όχι μόνο περιόριζαν την κάθε κινηματογραφική δραστηριότητα ανθρώπων κατα τα άλλα με ταλέντο στον τόπο μας, αλλά κι αν μετά δυσκολιών το μεράκι κάποιων σκαπανέων του κινηματογράφου ξεπέρναγε έστω τα εμπόδια, εν τούτοις έτσι κι αλλιώς περίφροντις ο λαός, μες στην καθημερινή αγωνία να εξασφαλίσει το ψωμί του, που να 'χε όρεξη για το παντεσπάνι του κινηματογράφου. Η Αντουανέτα ήτανε σοφή, όταν ετοιμάζονταν να δώσει στον λαό παντεσπάνι! Είπε κάποια στιγμή να του το δώσει, γιατί ήξερε ότι δεν θα το 'τρωγαν, μια και το μόνο που ήξεραν να τρώνε ήταν το ψωμί, που έτσι κι αλλιώς δεν υπήρχε!
Μαρία Αντουανέτα



Ο Humphrey Bogart γεννήθηκε, στην Νέα Υόρκη στις 25 Δεκεμβρίου 1899, από πατέρα με Ολλανδική καταγωγή και από μητέρα που είχε και καταγωγή ελληνική. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και απ’ ότι φαίνεται σαν παιδί υπήρξε κακομαθημένος. Πέθανε 14 Ιανουαρίου το 1957 από καρκίνο του οισοφάγου. Από την Ακαδημία Κινηματογράφου βραβεύτηκε σαν ο καλύτερος αρσενικός ηθοποιός για την ταινία του Η βασίλισσα της Αφρικής το 1951. Σπουδαίες του ταινίες ήταν: Η πρώτη, Στο απολιθωμένο δάσος ως δούκας του Μαντέε, Το γεράκι της Μάλτας, Καζαμπλάνκα το 1944 μετά από την επιτυχία της οποίας ανέβηκε στην κορυφή της επαγγελματικής του καριέρας, Ο μεγάλος ύπνος , το 1948 που συμπρωταγωνιστούσε με την σύζυγό του Λώρεν Μπακώλ, στο Bad Sister συμπρωταγωνιστούσε με την Bette Davis το 1931 Ο θησαυρός της Σιέρα Μάντρε και στην ταινία Ανταρσία Κέϊν το 1954 κ. α. Ο φίλος του Σπένσερ Τρέϊσυ του έδωσε το παρατσούκλι "Bogey".